Skip to main content

Κούλλα Μιχαήλ, Εκτελεστική Διευθύντρια, Terra Cypria

Η μη-επιλεκτική παγίδευση, η παράνομη θανάτωση και η μαζική εμπορία αποδημητικών ωδικών πτηνών (migratory songbirds), ευρύτερα γνωστών στην Κύπρο ως «αμπελοπούλια», δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το νόμιμο κυνήγι. Αντιθέτως, πρόκειται για μία πολύ σοβαρή μορφή λαθροθηρίας και μία επίμονη πρακτική εγκλήματος κατά της άγριας ζωής (wildlife crime) με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η Κύπρος εδώ και αρκετές δεκαετίες.

Το νησί μας αποτελεί σταυροδρόμι τριών ηπείρων και συνιστά έναν από τους σημαντικότερους μεταναστευτικούς διαδρόμους (flyways) για τα πουλιά στη Μεσόγειο και στην Ευρώπη. Σύμφωνα με την Οδηγία 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατήρησης των άγριων πτηνών (πρώην Οδηγία 79/409/ΕΟΚ), τα είδη των άγριων πτηνών που ζουν εκ φύσεως σε άγρια κατάσταση στο έδαφος των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι κατά μεγάλο μέρος αποδημητικά. Τα είδη αυτά αποτελούν κοινή κληρονομιά και η αποτελεσματική προστασία των πτηνών συνιστά περιβαλλοντολογικό πρόβλημα τυπικά διασυνοριακό, το οποίο συνεπάγεται κοινές ευθύνες. Η διατήρηση των άγριων πτηνών έχει ως αντικείμενο τη μακροπρόθεσμη προστασία και τη διαχείριση φυσικών πόρων, ως αναπόσπαστο μέρος της κληρονομιάς των ευρωπαϊκών λαών. Σε αυτά τα πλαίσια, παρότι έχουμε το χρέος να διαχειριστούμε και προστατεύσουμε την πλούσια πτηνοπανίδα του νησιού μας, της Μεσογείου και της Ευρώπης, αδυνατούμε και αποτυγχάνουμε παταγωδώς.

Με βάση διεθνείς συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και κοινοτικές οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις εναρμονιστικές νομοθεσίες της Κυπριακής Δημοκρατίας η πρακτική αυτή απαγορεύεται εδώ και αρκετές δεκαετίες. Για την ακρίβεια, η κατοχή, χρήση και εμπορία μεθόδων μη-επιλεκτικής παγίδευσης και μαζικής θανάτωσης πουλιών – όπως ξόβεργα (limesticks), δίχτυα (mist nets), και ηλεκτρονικές ηχομιμητικές συσκευές (electronic decoys) – απαγορεύεται στην Κύπρο για τουλάχιστον μισό αιώνα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προστασίας και Αναπτύξεως Θηραμάτων και Αγρίων Πτηνών Νόμου του 1974. Το γεγονός αυτό συχνά παραγνωρίζεται και λανθασμένα υποστηρίζεται ότι «η βρώση αμπελοπουλιών απαγορεύτηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία μετά την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 2004».

Η παράνομη, μαζική και μη-επιλεκτική παγίδευση, θανάτωση και εμπορία μεταναστευτικών ωδικών πτηνών στοχεύει μόνο 2 είδη, το Αμπελοπούλι (την άνοιξη και το φθινόπωρο) και την Τζίκλα (το φθινόπωρο και τον χειμώνα), αλλά επηρεάζει αρκετές δεκάδες άλλα είδη πουλιών που απαντώνται στην Κύπρο. Συγκεκριμένα, περίπου 160 από τα συνολικά 400 είδη πουλιών που έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα στην Κύπρο έχουν εντοπιστεί και καταγραφεί παγιδευμένα σε ξόβεργα και δίχτυα. Οι παγιδευτές χρησιμοποιούν μέσα παγίδευσης όπως ξόβεργα και δίχτυα, τα οποία ως μη επιλεκτικά μέσα συλλαμβάνουν αδιακρίτως αρκετά άλλα είδη πέραν των στοχευμένων ειδών (targeted species), περιλαμβανομένων προστατευόμενων, σπάνιων και απειλούμενων ειδών άγριας ζωής, τόσο πουλιών, όσο και ερπετών και θηλαστικών. Το αποτέλεσμα; Μεταξύ άλλων, υψηλή θνησιμότητα, τραυματισμός, βασανισμός και θανάτωση προστατευόμενων ειδών, υπονόμευση πληθυσμών και διατάραξη οικοσυστημάτων. Τα ξόβεργα τραυματίζουν τα φτερά και άκρα, τα δίχτυα προκαλούν έντονο στρες και ασφυξία, ενώ τα ηχομιμητικά καλέσματα προκαλούν αποπροσανατολισμό και παρεμβάλλονται στις οικολογικές λειτουργίες των ειδών.

Όχι, δεν είναι «παράδοση». Το επιχείρημα της «παράδοσης» συχνά προβάλλεται για να δικαιολογήσει την πρακτική αυτή. Όμως, καμία «παράδοση» δεν μπορεί να τίθεται υπεράνω του νόμου. Εξάλλου, η «παράδοση» αυτή έχει αλλοιωθεί σε τόσο μεγάλο και σημαντικό βαθμό, με αποτέλεσμα πλέον να μην συνιστά καν «παράδοση». Από μια πρακτική εξασφάλισης πρωτεΐνης και επιβίωσης σε περασμένες εποχές, η συγκεκριμένη πρακτική έχει πλέον μετατραπεί σε μία καλά οργανωμένη και βιομηχανικής κλίμακας κερδοσκοπική δραστηριότητα, με σύγχρονο εξοπλισμό, όπως δίχτυα και ηλεκτρονικές ηχομιμητικές συσκευές. Πόσοι άραγε από όλους αυτούς που σήμερα παράνομα παγιδεύουν, εμπορεύονται, καταναλώνουν ή απλά υποστηρίζουν αυτή την πρακτική δεν έχουν να φάνε, με αποτέλεσμα να εξαρτάται η λήψη πρωτεΐνης και η επιβίωση τους από τα αμπελοπούλια; Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι μία δωδεκάδα αμπελοπουλιών κοστίζει στη μαύρη αγορά μεταξύ 60-90 ευρώ, είναι αυτονόητο ότι πλέον πρόκειται για έναν «εκλεκτό μεζέ» και όχι για ένα βασικό αγαθό.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. απόφαση ημερομηνίας 09/12/2004 στην υπόθεση C-79/03, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας), τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιτρέπουν τη χρήση μη-επιλεκτικών μέσων θήρευσης με πρόσχημα ότι «αποτελεί μακρά παράδοση στην περιοχή της Βαλένθια και η απαγόρευση της θα προκαλούσε δυσαρέσκεια στο κοινό», όπως επιχείρησε να κάνει η Ισπανία επιτρέποντας τη χρήση ξοβεργών (parany) στην περιφέρεια της Βαλένθιας, μεταξύ 1998-2003. Σύμφωνα επίσης με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. απόφαση ημερομηνίας 21/06/2018 στην υπόθεση C-557-15, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Δημοκρατίας της Μάλτας), τα κράτη μέλη δεν μπορούν να εξαιρούνται από την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, εφαρμόζοντας παρεκκλίσεις που αφορούν τη νομιμοποίηση της παγίδευσης ή/και θήρευσης προστατευόμενων ειδών άγριων πτηνών, χωρίς επαρκή αιτιολόγηση και απόδειξη της ανυπαρξίας άλλης ικανοποιητικής λύσης, ακόμη και «για μικρές ποσότητες πουλιών και υπό αυστηρά ελεγχόμενους όρους», θεωρώντας ότι αυτή η πρακτική συνιστά «ορθολογική εκμετάλλευση» των πληθυσμών των ειδών, όπως επιχείρησε να κάνει η Μάλτα επιτρέποντας την παγίδευση 7 ειδών ωδικών πτηνών, με την χρήση παραδοσιακών διχτυών (clap-nets), το φθινόπωρο του 2014.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη κι εάν μπορούσε να γίνει αποδεκτό ότι «η βρώση αμπελοπουλιών συνιστά παράδοση», οι κοινωνίες εξελίσσονται. Αρκετές – άλλοτε αποδεκτές – πρακτικές έχουν εγκαταλειφθεί, επειδή με το πέρασμα του χρόνου αποδείχθηκε ότι παραβιάζουν ανθρώπινα δικαιώματα ή/και δικαιώματα των ζώων, παραβλάπτοντας έτσι τον άνθρωπο και το περιβάλλον. Για παράδειγμα, σε ορισμένες πρωτόγονες κοινωνίες μπορεί να επικρατεί ο κανιβαλισμός. Σε άλλες κλειστές κοινωνίες μπορεί να επιτρέπονται απάνθρωπες μορφές κακομεταχείρισης (π.χ. εξευτελισμός και βασανισμός) και βίας (π.χ. ξυλοδαρμός, λιθοβολισμός, ακρωτηριασμός και θάνατος). Σε πιο παραδοσιακές κοινωνίες μπορεί να χρησιμοποιούνται γιατροσόφια αμφιβόλου επιστημονικής εγκυρότητας, να εφαρμόζονται πρακτικές μαγείας και δεισιδαιμονίας ή να κυριαρχούν προκαταλήψεις και διακρίσεις. Και σε αυστηρά πατριαρχικές κοινωνίες μπορεί να ακολουθούνται πρακτικές, όπως η κλειτοριδεκτομή ή ο αποκλεισμός της γυναίκας από την εκπαίδευση και την εργασία. Το επιχείρημα περί «διατήρησης μίας παράδοσης και συνέχισης ενός εθίμου» – χωρίς οποιοδήποτε ηθικό, λογικό, πολιτικό, κοινωνικό νομικό, επιστημονικό ή άλλο επιχείρημα αιτιολόγησης – δεν μπορεί να είναι αποδεικτό σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου.

Η προσφορά ελέγχεται κυρίως από εγκληματικά κυκλώματα, τα οποία διοχετεύουν τα πουλιά παράνομα σε εστιατόρια, ταβέρνες, περίπτερα και καζαντί, τροφοδοτώντας μια ολόκληρη μαύρη αγορά. Παρότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί σημαντικά σε σχέση με παλαιότερες δεκαετίες, τα στοιχεία από προγράμματα παρακολούθησης και έρευνες πεδίου καταδεικνύουν μία σταθερή τάση τα τελευταία χρόνια, όσον αφορά το συνολικό αριθμό των πουλιών που παγιδεύονται και θανατώνονται κάθε χρόνο σε ξόβεργα και δίχτυα.

Παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει επιτευχθεί τις τελευταίες δεκαετίες όσον αφορά την επιβολή της νομοθεσίας, το συγκεκριμένο έγκλημα κατά της άγριας ζωής συνεχίζει να υφίσταται, επιφέροντας μία τεράστια απειλή για τη βιοποικιλότητα, έχοντας ως κίνητρο την κερδοσκοπία και τροφοδοτώντας μία μαύρη αγορά. Το ζήτημα δεν είναι απλώς ηθικό ή πολιτισμικό. Πρωτίστως, είναι ζήτημα περιβαλλοντικό, νομικό και πολιτικό: προστασία ή απώλεια της βιοποικιλότητας, επιβολή ή παραγνώριση της νομοθεσίας, επίδειξη μηδενικής ανοχής ή ψηφοθηρία προς στήριξη της λαθροθηρίας; Αυτά είναι τα κρίσιμα ερωτήματα που καλούμαστε να απαντήσουμε συλλογικά, ως πολιτεία και ως κοινωνία.

Παράλληλα, η πρακτική αυτή συμβάλλει στην ανάπτυξη της εγκληματικότητας, καθότι η μαύρη αγορά συνεπάγεται παράνομα έσοδα και φοροδιαφυγή. Σε πολιτικό επίπεδο, η συγκεκριμένη πρακτική συνδέεται επίσης με φαινόμενα λαϊκισμού και διαφθοράς, δηλαδή δημαγωγίας και ψηφοθηρίας από πολιτικά κόμματα και δημόσιους αξιωματούχους, οι οποίοι λόγω της πίεσης που ασκείται από την εκλογική τους βάση και έχοντας ως γνώμονα μικροπολιτικά συμφέροντα, όπως την εκλογή ή επανεκλογή τους, επιδεικνύουν αδικαιολόγητη ανοχή έναντι του σοβαρότατου αυτού εγκλήματος κατά της άγριας ζωής.  

Photo by CABS

Το ανθρώπινο είδος θέλει να χαρακτηρίζεται ως νοήμων. Στη νοημοσύνη όμως, αυτό που μας ξεχωρίζει από μία μηχανή, είναι η ηθική. Ο εσκεμμένος τραυματισμός και ο βάναυσος θάνατος ειδών άγριας ζωής προς απόλαυση ενός «παραδοσιακού μεζέ» δεν συνάδει με ένα νοήμων είδος, το οποίο διαθέτει την ικανότητα αντίληψης και ενσυναίσθησης των πράξεων του. Ας σταματήσουμε λοιπόν να λέμε ότι θέλουμε και ότι μας βολεύει. Πλέον, δεν μπορούμε να μιλάμε για μία «αθώα παράδοση» ή ένα «απλό έθιμο». Μιλάμε για μία παράνομη, μη επιλεκτική, μαζική και καταδικαστέα μορφή εγκλήματος κατά της άγριας ζωής, η οποία συνεχίζεται με πρόσχημα και μόνο τη «διατήρηση μίας παράδοσης και συνέχιση ενός εθίμου».

Το έγκλημα κατά της άγριας ζωής δεν είναι «σιγά το πράγμα». Ποιοι αποκομίζουν τα κέρδη και ποιοι πληρώνουν το τίμημα; Η πραγματικότητα είναι σκληρή: λίγοι κερδίζουν, πολλοί χάνουν. Άμεσα επωφελούμενοι είναι οι παγιδευτές, οι έμποροι, οι διακινητές και οι εστιάτορες. Άμεσα επωφελούμενα είναι επίσης εγκληματικά κυκλώματα, τα οποία λυμαίνονται τα παράνομα έσοδα και προσφέρουν την αναγκαία προστασία στους υπόλοιπους κρίκους της αλυσίδας αυτού του εγκλήματος κατά της άγριας ζωής.

Ποιοι είναι οι χαμένοι; Η φύση, η βιοποικιλότητα και η άγρια ζωή της Κύπρου, της Μεσογείου και της Ευρώπης. Η κοινωνία που στερείται ενός υγιούς και λειτουργικού οικοσυστήματος. Η χώρα μας που εκτίθεται διεθνώς. Ο τόπος μας που στιγματίζεται ως τουριστικός προορισμός. Οι επαγγελματίες εστιάτορες που τηρούν την ισχύουσα νομοθεσία και είναι αντιμέτωποι με τον αθέμιτο ανταγωνισμό στον τομέα των επιχειρήσεων εστίασης και αναψυχής. Ο τουρισμός φύσης ειδικότερα, ένας ανερχόμενος τομέας της αειφόρου ανάπτυξης που πλήττεται από την εικόνα αυτού του εγκλήματος. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα και οι θεμελιώδεις αρχές της νομιμότητας, της ίσης μεταχείρισης, του κράτους δικαίου και της χρηστής διοίκησης. Αυτοί είναι οι χαμένοι σε ένα κράτος που αρνείται ή έστω αδυνατεί να αντιμετωπίσει μία τόσο κραυγαλέα παρανομία.

Το κέρδος μετριέται σε χρήμα. Ωστόσο, μία ανεπανόρθωτη περιβαλλοντική ζημιά, είτε πρόκειται για μία μη-αναστρέψιμη απώλεια είτε για τη μακροπρόθεσμη μείωση της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημικών υπηρεσιών που αυτή παρέχει είναι ανεκτίμητη. Η κοινωνία οφείλει να αντιδράσει. Πρέπει επιτέλους να αντιληφθούμε ότι η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος δεν είναι υπόθεση μόνο των διωκτικών αρχών. Όλοι έχουμε λόγο και ρόλο, όσο επικρατεί η ανοχή και η σιωπή, η ευθύνη όλων μας είναι συλλογική.

Απαιτείται η άμεση ανάληψη μίας δέσμης δράσεων προτεραιότητας για την αντιμετώπιση του προβλήματος:

  • Περιβαλλοντική ενημέρωση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση του κοινού. Συναρμόδιες αρχές, τοπικές κοινότητες, κυνηγετικές ενώσεις και περιβαλλοντικές οργανώσεις καλούνται από κοινού να κατανοήσουν και να επεξηγήσουν τις σημαντικές και αρνητικές επιπτώσεις κάθε μορφής λαθροθηρίας, από το παράνομο κυνήγι λαγών και αγρινών μέχρι την παράνομη, μη-επιλεκτική και μαζική παγίδευση, θανάτωση και εμπορία αποδημητικών ωδικών πτηνών. Αυτό το οποίο προέχει είναι να σταματήσουμε να χαϊδεύουμε αυτιά και να κανονικοποιούμε προβλήματα, κρύβοντας τα κάτω από ένα μαγικό χαλί.
  • Μείωση της ζήτησης και της προσφοράς. Απαιτείται η κοινωνική καταδίκη και η δημόσια καταγγελία (name and shame) της κατανάλωσης και εμπορίας αμπελοπουλιών. Δεν είναι μαγκιά να καταναλώνεις ένα πουλί που παράνομα παγιδεύτηκε και βάναυσα θανατώθηκε για να καταλήξει σε ένα πιάτο. Μαγκιά είναι να σεβόμαστε τον τόπο μας, τη φύση μας, τους συμπολίτες μας και τους νόμους που διέπουν αυτή τη χώρα. Οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης επιβάλλεται να δεσμευτούν σε μία πολιτική μηδενικής ανοχής έναντι οποιαδήποτε μορφής εγκλήματος κατά της άγριας ζωής. Παράλληλα, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η δυσφήμιση και ο στιγματισμός περιοχών, λόγω αυτής της παράνομης πρακτικής, δεν τιμά τις τοπικές κοινότητες και δεν συμβάλλει στην προβολή, στην ανάδειξη και στην αειφόρο ανάπτυξη τους.
Photo: Υπηρεσία Θήρας και Πανίδας
  • Επιβολή αυστηρών, αποτρεπτικών και αποτελεσματικών ποινών από την δικαστική εξουσία. Προς επίτευξη αυτού του σκοπού επιβάλλεται η ενημέρωση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση ολόκληρου του μηχανισμού επιβολής της νομοθεσίας, από τους αστυφύλακες και τους θηροφύλακες μέχρι τους δημόσιους κατήγορους και τους αρμόδιους δικαστές. Επιπλέον, επιβάλλεται η τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας και η αύξηση των προβλεπόμενων ποινών, ώστε να καταστούν πραγματικά αποτρεπτικές και κατά συνέπεια αποτελεσματικές.
  • Ενδυνάμωση διωκτικών αρχών, βελτίωση συντονισμού και ενίσχυση συνεργασίας. Οι διωκτικές αρχές θα πρέπει να περάσουν από τις αποσπασματικές και μεμονωμένες επιχειρήσεις στις συστηματικές και ολοκληρωμένες εκστρατείες. Η επιβολή της νομοθεσίας αποτελεί μία εξαιρετικά κρίσιμη παράμετρο αντιμετώπισης του εγκλήματος κατά της άγριας ζωής. Για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα χρειάζονται στοχευμένες επιχειρήσεις, με συνεχείς και απρόοπτους ελέγχους σε γνωστές περιοχές και σημεία παγίδευσης, κυρίως κατά την περίοδο της αποδημίας των στοχευμένων ειδών. Απαιτείται επίσης καλύτερος συντονισμός και στενότερη συνεργασία μεταξύ όλων των συναρμόδιων αρχών: της Υπηρεσίας Θήρας και Πανίδας, της Αστυνομίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Αστυνομίας των Βρετανικών Βάσεων και της Αστυνομίας των Ηνωμένων Εθνών. Η διερεύνηση και η εξιχνίαση εγκλημάτων κατά της άγριας ζωής προϋποθέτει την βελτίωση του συντονισμού και την ενίσχυση της συνεργασίας όλων των διωκτικών αρχών.
  • Βελτίωση επιχειρησιακής ικανότητας και επαρκής διάθεση οικονομικών, ανθρώπινων και υλικοτεχνικών πόρων. Η χρήση της τεχνολογίας, καθώς και η συλλογή και ανάλυση πληροφοριών μπορούν να αποτελέσουν ισχυρό εργαλείο πρόληψης. Τα μη-επανδρωμένα αεροσκάφη (drones), οι θερμικές κάμερες, τα συστήματα ακουστικής ανίχνευσης και άλλα μέσα συλλογής και ανάλυσης πληροφοριών μπορούν να συμβάλουν καθοριστικά στην καλύτερη παρακολούθηση περιοχών και στην αποτελεσματικότερη διερεύνηση υποθέσεων και στοιχειοθέτηση καταγγελιών. Η κατάσχεση εξοπλισμού, οχημάτων και εσόδων από αυτή την παράνομη δραστηριότητα, σε συνδυασμό με την επιβολή αποτρεπτικότερων και αποτελεσματικότερων ποινών, μπορούν να στείλουν ένα ισχυρό μήνυμα μηδενικής ανοχής. Η ατιμωρησία τρέφει την παραβατικότητα, ευνοεί την συγκάλυψη και διαιωνίζει το πρόβλημα. Οι έλεγχοι σε εστιατόρια πρέπει να καταστούν πιο συχνοί και αποτελεσματικοί, ενώ τα στοιχεία που αφορούν υποθέσεις σχετικών καταγγελιών και επιβολής εξώδικων προστίμων πρέπει να δημοσιοποιούνται, τόσο για σκοπούς διαφάνειας και λογοδοσίας, όσο και για σκοπούς παραδειγματισμού και συμμόρφωσης.
  • Ενίσχυση και βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των συναρμόδιων αρχών και των περιβαλλοντικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Όχι, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, οι ομάδες ακτιβιστών και οι προασπιστές περιβάλλοντος (environmental defenders) δεν είναι ο εχθρός. Ο εχθρός είναι η οικοκτονία (ecocide), η ανοχή και η αδράνεια. Είναι εύκολο να στοχοποιούμε και να δαιμονοποιούμε αυτούς που αποκαλύπτουν και αναδεικνύουν την έκταση και τη σοβαρότητα του προβλήματος. Είναι εξίσου εύκολο να αποπροσανατολίζουμε τη συζήτηση και αντί να φοβάται ο κλέφτης να φοβάται ο νοικοκύρης. Η ουσία όμως είναι μία: το έγκλημα κατά της άγριας ζωής είναι καταδικαστέο και δεν μπορεί να γίνει ανεκτό, πόσο μάλλον αποδεκτό. Συνεπώς, οφείλει να αντιμετωπίζεται τόσο προληπτικά όσο και κατασταλτικά, ώστε να ελαχιστοποιείται και κατά το δυνατό να εξαλείφεται. Για αυτό επιβάλλεται η επίδειξη μηδενικής ανοχής (zero tolerance). Αυτό ακριβώς προνοεί η Διακήρυξη της Λάρνακας (Larnaca Declaration), η οποία εκδόθηκε στις 07/07/2011, στα πλαίσια του 1ου Ευρωπαϊκού Συνεδρίου για την Παράνομη Θανάτωση Πουλιών (1st European Conference on Illegal Killing of Birds), το οποίο διοργανώθηκε από την Μόνιμη Επιτροπή της Σύμβασης της Βέρνης του Συμβουλίου της Ευρώπης και την Υπηρεσία Θήρας και Πανίδας του Υπουργείου Εσωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όλα τα υπόλοιπα είναι απλά «λόγια κομπολόγια», τα οποία αποσκοπούν στη συγκάλυψη της ευθύνης, στον αποπροσανατολισμό της συζήτησης και στην υποβάθμιση του προβλήματος.
  • Προστασία των λειτουργών των συναρμόδιων αρχών και των προασπιστών περιβάλλοντος (εθελοντών/ακτιβιστών/ομάδων/οργανώσεων). Η εμπλοκή εθελοντών/ακτιβιστών για την αντιμετώπιση του εγκλήματος κατά της άγριας ζωής οφείλεται πρωτίστως στο γεγονός ότι οι αρμόδιες διωκτικές αρχές αδυνατούν να εφαρμόσουν το νόμο και να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα. Αυτό εξάλλου αναγνωρίζεται και από σχετικές Εκθέσεις της Επιτρόπου Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερομηνίας 27/05/2014 και 11/04/2016, για το φαινόμενο της παράνομης παγίδευσης πτηνών στην Κύπρο και τον προτεινόμενο τότε «εναλλακτικό σχεδιασμό» για την επιλεκτική θήρευση αμπελοπουλιών. Απαιτείται μηδενική ανοχή έναντι οποιασδήποτε μορφής παρενόχλησης, απειλής, επίθεσης ή/και δίωξης εναντίον λειτουργών των συναρμόδιων αρχών και προασπιστών του περιβάλλοντος. Σ’ ένα σύγχρονο κράτος δικαίου δεν νοείται να φοβούνται αυτοί που επιδιώκουν την αποτελεσματική εφαρμογή της νομοθεσίας και να αλωνίζουν αυτοί που επιδιώκουν τη συστηματική παράβαση της νομοθεσίας.
  • Αποκατάσταση περιοχών και αποξήλωση «στημάτων» παράνομης παγίδευσης πουλιών. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει επίσης να δοθεί στην απομάκρυνση χωροκατακτητικών ξένων ειδών και παράνομων συστημάτων άρδευσης (π.χ. παράνομα αρδευόμενες τεχνητές φυτείες Ακακίας, οι οποίες χρησιμοποιούνται ως «στήματα», κυρίως για δίχτυα και ηλεκτρονικές ηχομιμητικές συσκευές, σε περιοχές όπως το Κάβο Πύλα και το Κάβο Γκρέκο).

Οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να αντιμετωπίσουν την παράνομη αυτή πρακτική  ως ένα καλά οργανωμένο και αρκετά κερδοφόρο περιβαλλοντικό έγκλημα. Η υποβάθμιση του σημασίας του εγκλήματος κατά της άγριας ζωής θα πρέπει να σταματήσει. Η φύση και η βιοποικιλότητα είναι δημόσια αγαθά. Η απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων πουλιών ετησίως δεν αποτελεί μία «λεπτομέρεια» σε ένα οικοσύστημα. Κάθε άτομο, κάθε είδος, έχει ρόλο και μάλιστα σημαντικό. Τα πουλιά ελέγχουν πληθυσμούς εντόμων, ερπετών, τρωκτικών, επικονιάζουν φυτά και διασπείρουν σπόρους, συνεπακόλουθα αποτελούν σημαντικό δείκτη προστασίας της βιοποικιλότητας και υγείας των οικοσυστημάτων. Η εξαφάνιση ειδών ή έστω η μείωση των πληθυσμών τους προκαλεί αλυσιδωτές επιπτώσεις: γεωργικές ζημίες, μειωμένη ανθεκτικότητα οικοσυστημάτων στην κλιματική κρίση, απώλεια και μείωση της βιοποικιλότητας. Η παράνομη παγίδευση αμπελοπουλιών δεν είναι παράδοση· είναι μια κερδοσκοπική δραστηριότητα λίγων εις βάρος των πολλών, μια πολύ σοβαρή μορφή λαθροθηρίας και ένα έγκλημα κατά της άγριας ζωής. Η κοινωνία δεν μπορεί να την ανέχεται άλλο. Η Κύπρος οφείλει να προστατεύσει τη μοναδική της βιοποικιλότητα και να δώσει ένα σαφές μήνυμα ότι ο σεβασμός στη φύση και στην άγρια ζωή, δεν είναι προς διαπραγμάτευση.